Παρασκευή 27 Αυγούστου 2010

Κορίτσι απ΄αλλού...ΙV


Ήταν ένα Σαββατιάτικο πρωινό του Αυγούστου. Η βεράντα εκείνη την καλοκαιρινή ώρα έχει την τιμητική της. Οι ενοικιαστές του διπλανού διαμερίσματος είχαν μαζευτεί στο πεζοδρόμιο για να καμαρώσουν το καινούργιο αυτοκίνητο της μικρής τους κόρης. Είναι μια οικογένεια κάπως παλαιών αρχών, που τα βγάζει πέρα σχετικά δύσκολα. Ο πατέρας, ένας καλοστεκούμενος πενηνταπεντάρης άντρας, είναι συνταξιούχος εργάτης των διυλιστηρίων. Η μητέρα, η κυρία Πόπη, μια ασουλούπωτη πολυλογού, παλεύει πραγματικά μ΄όλα της τα όπλα για την ευημερία της φαμίλιας της. Είναι άδικο, αλλά η κακομοίρα... δεν διαθέτει και κανένα ισχυρό οπλοστάσιο... Έχουν δύο κόρες, γύρω στα τριάντα, τόσο αδιάφορες που και γυμνές να περάσουν δίπλα σου, μάλλον δεν θα τις προσέξεις. Δουλεύουν κι οι δυό, τηλεφωνήτριες. Ανήκουν στην γενιά των επτακοσίων πενήντα ευρώ. Τι να πρωτοκάνουν μ' αυτά τα λεφτά, ειδικά όταν το ωράριό τους είναι τόσο απάνθρωπο, που τα βράδια τις αφήνει κατάκοπες κι απελπισμένες στα κρεβάτια τους. Η κοινωνική τους ζωή περιορίζεται στις Σαββατιάτικες βόλτες με τον μπαμπά και τη μαμά σε καμιά Βάρκιζα, το μακρύτερο. Πρόσφατα μάθαμε ότι η μεγάλη κόρη λογοδόθηκε. Η πρώτη αυθόρμητη σκέψη που ήρθε στο μυαλό μου ήταν, που μπορεί να γνώρισε αυτό το αδιάφορο κορίτσι τον μελλοντικό σύζυγό της. Δεν ήθελε και πολύ να πάρω την απάντηση, αφού σε λίγο η κυρά Πόπη αράδιαζε όλες τις λεπτομέρειες. Η οικογένεια του γαμπρού είχε τα ενοικιαζόμενα δωμάτια στο χωριό που τυχαία επέλεξαν οι γείτονες για να περάσουν τις διακοπές τους, πριν απο περίπου εικοσιπέντε χρόνια. Οι γονείς και τα πεντάχρονα παιδιά έκαναν καλή παρέα τότε. Πέρσι, οι διπλανοί αποφάσισαν να κάνουν και πάλι τις διακοπές τους σ' εκείνο το χωριό. Είχαν να πάνε καμιά εικοσαριά χρόνια. Η επιχείρηση με τα ενοικιαζόμενα δωμάτια της οικογένειας του γαμπρού υπήρχε ακόμα, οπότε ξαναβρέθηκαν. Πέρασαν πολύ ωραία κι οι μεγάλοι και τα παιδιά -που τώρα όλα είναι πάνω απο τριάντα χρονών-, τόσο, που αποφάσισαν να ξαναβρεθούν στην Αθήνα. "Έπεσαν τα σχετικά τηλεφωνήματα" όπως είπε η κυρα-Πόπη, και μετά δεν άργησε και πολύ να ομολογήσει το παλικάρι ότι η κόρη της οικογένειας των διπλανών, ήταν ο παιδικός του έρωτας. Τώρα, οι γείτονες είναι πολύ χαρούμενοι κι ανακουφισμένοι, αφού η αποκατάσταση των κοριτσιών δεν είναι και καμιά εύκολη υπόθεση... Βέβαια, έχουν ακόμα τη μικρή να "δώσουν", αλλά θα'ρθει κι εκείνης η ώρα. Άλλωστε, αυτή τους έδωσε μια άλλη μεγάλη χαρά τελευταία: αγόρασε το πρώτο της αυτοκίνητο. Είναι ένα μικρό γιαπωνέζικο αυτοκινητάκι, ιδανικό για πόλη.

Η Ταμάρα κοιτούσε απ' το μπαλκόνι όλο περιέργεια το σκηνικό για τα καλορίζικα του αυτοκινήτου. Εδώ και καιρό, ρωτάει και ξαναρωτάει μάρκες και τιμές αυτοκινήτων. 'Ο,τι κινείται στο δρόμο και της γυαλίζει στο μάτι, απ' το μπαλκόνι... Της δίνω τις πληροφορίες που ζητάει αλλά προσπαθώ να της κάνω σαφές ότι πρέπει να έχει κανείς δίπλωμα για να οδηγήσει αυτοκίνητο. Α! και να είναι νόμιμος πολίτης αυτής της χώρας, αν κι αυτό αποφεύγω να της το πω. Φοβάμαι μήπως το πάρει στραβά.

Τις προάλλες αγόρασα την Χρυσή Ευκαιρία για να ρίξω μια ματιά στην αγορά των ακινήτων. Το παράρτημα με τα αυτοκίνητα, που δεν χρειαζόμουν, πέρασε στα χέρια της Ταμάρας, η οποία άρχισε να κυκλώνει μ' ένα στυλό τις φωτογραφίες με τα μοντέλα που την ενδιέφεραν. Καθόμουν δίπλα της στο τραπέζι της κουζίνας κι έτσι είδα καθαρά ότι είχε μαρκάρει ένα Mercedes 2000cc, ένα Audi RS4 κι ένα θηριώδες Range Rover. Μετά απ΄αυτό, μπόρεσα και παρέμεινα cool στο σχόλιο που έκανε για τ' αυτοκίνητο της γειτονοπούλας: "Δεν μ' αρέζει κατόλου ατό ατοκίνητο! Τι είναι ατό; Είναι πολύ μίκρο! Εγκώ αρέζει μόνο τζζίπ!". 




Συνεχίζεται...